Όπως είναι γνωστό, τις τελευταίες μέρες υπάρχει μία κινητοποίηση στους χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης λόγω του επερχόμενου νομοσχεδίου για τα ΤΕΙ. Το νομοσχέδιο εκτός από θέματα που αφορούν την λειτουργική και οργανωτική διάρθρωση των ΤΕΙ, προωθεί μία σειρά από χωροταξικές αλλαγές με σκοπό την συνεργασία ΑΕΙ-ΤΕΙ ακόμα και σε προπτυχιακό επίπεδο, όπως την από κοινού οργάνωση προπτυχιακών σπουδών, Εργαστηρίων, Πρακτικών ασκήσεων κλπ. Το ίδιο νομοσχέδιο δίνει την δυνατότητα σε "υποβαθμισμένα" ΤΕΙ, που έχουν ξεμείνει από φοιτητές, προσωπικό και υποδομές, να αλλάξουν γνωστικό αντικείμενο!!! Βέβαια το ίδιο το Υπουργείο φρόντισε να εκτεθεί για τις προθέσεις του αφού έξι μήνες νωρίτερα (21/1/2009) ανακοίνωσε τη δημιουργία 16 νέων Τμημάτων ΤΕΙ σε "περιφέρικές" περιοχές, όπως Ηγουμενίτσα, Γρεβενά, Αίγιο, Ζάκυνθος, Καβάλα, Κοζάνη, Λήμνος, Λευκάδα, Μεσολόγγι, όπου απουσιάζει η δυνατότητα μίας τέτοιας συνεργασίας!!! Πως είναι δυνατόν να μας πείσει ότι υπάρχει πραγματικός σχεδιασμός στον χώρο της Παιδείας όταν οι αποφάσεις για την ίδρυση νέων Τμημάτων διέπονται από τοπικο-οικονομικά πελατειακά συμφέροντα;
Αναδημοσιεύω μία σχετική τοποθέτηση του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Παλλήκαρη:
"Οι τελευταίες εξαγγελίες του Υπουργού Παιδείας σχετικά με τις αναδιαρθρώσεις στο χώρο της εκπαίδευσης που προβλέπονται από το νέο νομοσχέδιο για τα ΤΕΙ, γεννούν αρκετές απορίες και εμπεριέχουν πολλές αντιφάσεις.
Η βασικότερη απορία αφορά την μεθοδευμένη τακτική του Υπουργείου να προκαλεί εντυπώσεις μέσω ανακοινώσεων περί “ανωτατοποίησης” της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς την οποιαδήποτε προηγούμενη συζήτηση με του Πρυτάνεις των Ιδρυμάτων που αυτή τη στιγμή εκπροσωπούν την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι σαφές ότι η κατευθυντήρια γραμμή του Υπουργείου να αναβαθμίσει τον ρόλο των ΤΕΙ, μέσω ενός νέου χωροταξικού σχεδιασμού για την εκπαίδευση θα έπρεπε να είχε ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τα Πανεπιστήμια. Όχι αποκλειστικά γιατί ο ρόλος και το αντικείμενο σπουδών των ΑΕΙ είναι αναβαθμισμένος σε σύγκριση με τα ΤΕΙ, αλλά επειδή τα Πανεπιστήμια έχουν σημαντική εμπειρία στην διατμηματική οργάνωση σπουδών και ερευνητικών εργαστηρίων, διαθέτοντας την απαραίτητη τεχνογνωσία και προηγμένο εργαστηριακό εξοπλισμό. Ασφαλώς, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι υπάρχουν Τμήματα στα ΤΕΙ που λειτουργούν υποδειγματικά, παρέχοντας σημαντικό ερευνητικό έργο, πολλές φορές μάλιστα ανώτερο από εκείνο μερικών Τμημάτων ΑΕΙ, μέσω εστιασμένης επιστημονικής κατεύθυνσης και που έχουν ήδη συνάψει εξαιρετικές συνεργασίες και σε μεταπτυχιακό επίπεδο αλλά και στον ερευνητικό χώρο με αντίστοιχα ΑΕΙ.
Η σημαντικότερη αντίφαση πηγάζει από το γεγονός ότι η πρόθεση του Υπουργείου να ενδυναμώσει τα ΤΕΙ μέσω της συνεργασίας με τα Πανεπιστήμια δεν συμβαδίζει απολύτως με την πρόσφατη απόφαση για την ίδρυση 13 νέων “περιφερικών” Τμημάτων στα ΤΕΙ. Πιο συγκεκριμένα, ενώ το Υπουργείο επιθυμεί να δημιουργήσει μια νομοθετημένη συνεργασία μεταξύ των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, όσον αφορά στην κοινή διοργάνωση προπτυχιακών σπουδών, εργαστηρίων, μαθημάτων, πρακτικών ασκήσεων και διπλωματικών εργασιών, ιδρύει “απομονωμένα” νέα τμήματα ΤΕΙ στην περιφέρεια, βασιζόμενο σε καθαρά τοπικο-οικονομικά κριτήρια. Ο Υπουργός πρέπει να απαντήσει, έχοντας σαφές πλάνο, με ποιον τρόπο θα μπορέσουν να συνεργαστούν τα υπό ίδρυση νέα Τμήματα στην Ηγουμενίτσα, την Κοζάνη, τα Γρεβενά, τη Λευκάδα, τη Ζάκυνθο, τον Αγ. Νικόλαο κλπ. με Πανεπιστημιακά Τμήματα αντίστοιχου γνωστικού αντικειμένου που εδρεύουν σε άλλες πόλεις. Μήπως αυτό θα ήταν πιο εφικτό να επιτευχθεί αν είχαν παρακαμφθεί πελατειακά συμφέροντα πολιτικών και βουλευτών για δημιουργία νέων Τμημάτων ΤΕΙ στις περιφέρειές τους, διότι από ότι είναι γνωστό όλα τα νέα Τμήματα έχουν “ονοματεπώνυμο”;
Αν η γραμμή του Υπουργείου να προωθήσει αυτές τις συνεργασίες είναι πραγματική, τότε γιατί ανάλογη προσπάθεια συνεργασίας προ τριετίας από το Πανεπιστήμιο και το ΤΕΙ Κρήτης για την ίδρυση προπτυχιακού προγράμματος Σπουδών στην “Οπτική και Οπτομετρία” δεν υπάγονταν στις “προτεραιότητες του Υπουργείου κατά την παρούσα φάση”, σύμφωνα με τον τέως υφυπουργό κ. Ταλιαδούρο; Και αφού το υπουργείο δεν είχε στα πλάνα του τέτοιες συνεργασίες, γιατί έδωσε το πράσινο φως για τη λειτουργία ΔΥΟ πανομοιότυπων τμημάτων σε παραρτήματα περιφερικών ΤΕΙ (από το 2008 στο Αίγιο και το 2010 στην Ηγουμενίτσα) όπου απουσιάζει οποιαδήποτε υποστηρικτική υποδομή, με κριτήριο την ανάπτυξη της περιφέρειας (επίσημη απάντηση Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, με ημερομηνία 28/5/2009) ενέχοντας τον κίνδυνο δημιουργίας νέων θνησιγενών τμημάτων σε ένα αντικείμενο με μεγάλες απαιτήσεις και επαγγελματικές προοπτικές;
Πως είναι δυνατόν να αναφερόμαστε για αξιοκρατική αξιολόγηση και σοβαρό προγραμματισμό Παιδείας όταν δυστυχώς ένα υψηλό προϊόν εκπαίδευσης και γνώσης (Οπτική-Οπτομετρία-Οφθαλμολογία) που αποτελεί πρότυπο εφαρμογής στην Κρήτη, όπου υπάρχει συσσώρευση υποδομών, τεχνογνωσίας και ανθρώπινου δυναμικού με διεθνή αναγνώριση, αγνοείται από την ίδια την Πολιτεία;"
Με εκτίμηση,
Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης
Καθηγητής Ιωάννης Γ. Παλλήκαρης
Αναδημοσιεύω μία σχετική τοποθέτηση του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Παλλήκαρη:
"Οι τελευταίες εξαγγελίες του Υπουργού Παιδείας σχετικά με τις αναδιαρθρώσεις στο χώρο της εκπαίδευσης που προβλέπονται από το νέο νομοσχέδιο για τα ΤΕΙ, γεννούν αρκετές απορίες και εμπεριέχουν πολλές αντιφάσεις.
Η βασικότερη απορία αφορά την μεθοδευμένη τακτική του Υπουργείου να προκαλεί εντυπώσεις μέσω ανακοινώσεων περί “ανωτατοποίησης” της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς την οποιαδήποτε προηγούμενη συζήτηση με του Πρυτάνεις των Ιδρυμάτων που αυτή τη στιγμή εκπροσωπούν την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι σαφές ότι η κατευθυντήρια γραμμή του Υπουργείου να αναβαθμίσει τον ρόλο των ΤΕΙ, μέσω ενός νέου χωροταξικού σχεδιασμού για την εκπαίδευση θα έπρεπε να είχε ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τα Πανεπιστήμια. Όχι αποκλειστικά γιατί ο ρόλος και το αντικείμενο σπουδών των ΑΕΙ είναι αναβαθμισμένος σε σύγκριση με τα ΤΕΙ, αλλά επειδή τα Πανεπιστήμια έχουν σημαντική εμπειρία στην διατμηματική οργάνωση σπουδών και ερευνητικών εργαστηρίων, διαθέτοντας την απαραίτητη τεχνογνωσία και προηγμένο εργαστηριακό εξοπλισμό. Ασφαλώς, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι υπάρχουν Τμήματα στα ΤΕΙ που λειτουργούν υποδειγματικά, παρέχοντας σημαντικό ερευνητικό έργο, πολλές φορές μάλιστα ανώτερο από εκείνο μερικών Τμημάτων ΑΕΙ, μέσω εστιασμένης επιστημονικής κατεύθυνσης και που έχουν ήδη συνάψει εξαιρετικές συνεργασίες και σε μεταπτυχιακό επίπεδο αλλά και στον ερευνητικό χώρο με αντίστοιχα ΑΕΙ.
Η σημαντικότερη αντίφαση πηγάζει από το γεγονός ότι η πρόθεση του Υπουργείου να ενδυναμώσει τα ΤΕΙ μέσω της συνεργασίας με τα Πανεπιστήμια δεν συμβαδίζει απολύτως με την πρόσφατη απόφαση για την ίδρυση 13 νέων “περιφερικών” Τμημάτων στα ΤΕΙ. Πιο συγκεκριμένα, ενώ το Υπουργείο επιθυμεί να δημιουργήσει μια νομοθετημένη συνεργασία μεταξύ των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, όσον αφορά στην κοινή διοργάνωση προπτυχιακών σπουδών, εργαστηρίων, μαθημάτων, πρακτικών ασκήσεων και διπλωματικών εργασιών, ιδρύει “απομονωμένα” νέα τμήματα ΤΕΙ στην περιφέρεια, βασιζόμενο σε καθαρά τοπικο-οικονομικά κριτήρια. Ο Υπουργός πρέπει να απαντήσει, έχοντας σαφές πλάνο, με ποιον τρόπο θα μπορέσουν να συνεργαστούν τα υπό ίδρυση νέα Τμήματα στην Ηγουμενίτσα, την Κοζάνη, τα Γρεβενά, τη Λευκάδα, τη Ζάκυνθο, τον Αγ. Νικόλαο κλπ. με Πανεπιστημιακά Τμήματα αντίστοιχου γνωστικού αντικειμένου που εδρεύουν σε άλλες πόλεις. Μήπως αυτό θα ήταν πιο εφικτό να επιτευχθεί αν είχαν παρακαμφθεί πελατειακά συμφέροντα πολιτικών και βουλευτών για δημιουργία νέων Τμημάτων ΤΕΙ στις περιφέρειές τους, διότι από ότι είναι γνωστό όλα τα νέα Τμήματα έχουν “ονοματεπώνυμο”;
Αν η γραμμή του Υπουργείου να προωθήσει αυτές τις συνεργασίες είναι πραγματική, τότε γιατί ανάλογη προσπάθεια συνεργασίας προ τριετίας από το Πανεπιστήμιο και το ΤΕΙ Κρήτης για την ίδρυση προπτυχιακού προγράμματος Σπουδών στην “Οπτική και Οπτομετρία” δεν υπάγονταν στις “προτεραιότητες του Υπουργείου κατά την παρούσα φάση”, σύμφωνα με τον τέως υφυπουργό κ. Ταλιαδούρο; Και αφού το υπουργείο δεν είχε στα πλάνα του τέτοιες συνεργασίες, γιατί έδωσε το πράσινο φως για τη λειτουργία ΔΥΟ πανομοιότυπων τμημάτων σε παραρτήματα περιφερικών ΤΕΙ (από το 2008 στο Αίγιο και το 2010 στην Ηγουμενίτσα) όπου απουσιάζει οποιαδήποτε υποστηρικτική υποδομή, με κριτήριο την ανάπτυξη της περιφέρειας (επίσημη απάντηση Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, με ημερομηνία 28/5/2009) ενέχοντας τον κίνδυνο δημιουργίας νέων θνησιγενών τμημάτων σε ένα αντικείμενο με μεγάλες απαιτήσεις και επαγγελματικές προοπτικές;
Πως είναι δυνατόν να αναφερόμαστε για αξιοκρατική αξιολόγηση και σοβαρό προγραμματισμό Παιδείας όταν δυστυχώς ένα υψηλό προϊόν εκπαίδευσης και γνώσης (Οπτική-Οπτομετρία-Οφθαλμολογία) που αποτελεί πρότυπο εφαρμογής στην Κρήτη, όπου υπάρχει συσσώρευση υποδομών, τεχνογνωσίας και ανθρώπινου δυναμικού με διεθνή αναγνώριση, αγνοείται από την ίδια την Πολιτεία;"
Με εκτίμηση,
Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης
Καθηγητής Ιωάννης Γ. Παλλήκαρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου