Η ικανότητα αντίληψης
χρωμάτων εμπλουτίζει τον οπτικό μας κόσμο, παρέχοντας τη δυνατότητα να
απολαμβάνουμε ηλιοβασιλέματα και πανέμορφα τοπία, αλλά σίγουρα δεν είναι αυτός
ο κύριος λόγος για τον οποίο o άνθρωπος εξελίχθηκε με «έγχρωμη» όραση. Είναι
σήμερα γνωστό ότι η έγχρωμη όραση μας παρέχει πληροφορίες για τον εντοπισμό και
την αναγνώριση αντικειμένων στο οπτικό μας πεδίο που ειδάλλως δεν θα ήταν
αντιληπτά. Ένα αρπακτικό ζώο με έγχρωμη όραση μπορεί πιο εύκολα να «διασπάσει»
πιθανή παραλλαγή (καμουφλάρισμα) του θηράματός του, ένα πλεονέκτημα πολύ
σημαντικό για την επιβίωση, ενώ μπορεί με μαγαλύτερη ευκολία να διακρίνει τα
γινομένα φρούτα (που συνήθως έχουν κίτρινο χρώμα) ανάμεσα από τα πράσινα φύλλα.
Εικόνα 1: Είναι εμφανές ότι το
μπλε λουλούδι είναι διακριτό μόνο από ένα ζώο που έχει έγχρωμη όραση. (εικόνες από Α. Παλλήκαρη)
Το χρώμα δεν αποτελεί αποκλειστικά
μια έμφυτη ιδιότητα των αντικειμένων ούτε μια φυσική ιδιότητα του φωτός. Ο Thomas Young το 1802 ήταν αυτός που πρότεινε την τριχρωματικήθεωρία ως βάση της αντίληψης των χρωμάτων, σημειώνοντας ότι για την
επίτευξη οποιασδήποτε απόχρωσης απαιτείται προσθετική ανάμιξη τριών βασικών
χρωμάτων. Αυτά τα τρία βασικά χρώματα είναι το κόκκινο, το πράσινο
και το μπλε. Αυτή η θεωρία αναβιώθηκε το 1850 από τον Helmholtz, ο οποίος διαπίστωσε ότι
υπάρχουν τρεις τύποι φυσιολογικών «μηχανισμών» υπεύθυνοι για την αντίληψη όλων
των χρωμάτων. Επόμένως, το χρώμα ενός αντικειμένου που αντιλαμβανόμαστε
εξαρτάται από το φασματικό περιεχόμενο του φωτός που απορροφάται από τους
φωτοϋποδοχείς της όρασης (τις τρεις ομάδες κωνίων με φάσμα απορρόφησης,
συντονισμένο στο «μπλε», το «πράσινο» και το «κόκκινο» αντίστοιχα), και από μια
σειρά νευρο-φυσιολογικών «αντιδράσεων» σε ανώτερα στάδια επεξεργασίας στο οπτικό
νεύρο και τον φλοιό του εγκεφάλου.
Αν και η τριχρωματική
όραση, η παρουσία δηλαδή τριών διαφορετικών τύπων κωνίων, συντελεί στη
φυσιολογική αντίληψη των χρωμάτων, ένα σημαντικό ποσοστό των ανθρώπων
παρουσιάζει κάποιο βαθμό ανεπάρκειας στην αντίληψή τους ενώ ταυτόχρονα έχει την
ικανότητα να διακρίνει αποχρώσεις που δεν "βλέπουν" οι άνθρωποι με φυσιολογική
τριχρωματική όραση! Το αίτιο αυτών των διαταραχών είναι γενετικό, και οφείλεται
σε γονιδιακές μεταλλάξεις σε γονίδια που βρίσκονται στο χρωμόσωμα Χ. Ως
αποτέλεσμα, οι συγγενείς διαταραχές εμφανίζονται πολύ συχνότερα στους άνδρες
από ό,τι στις γυναίκες. Περίπου 8% των ανδρών και το 0.5% των γυναικών έχουν
ταξινομηθεί με ελαττωματική έγχρωμη όραση, η οποία οφείλεται συνήθως στην
απώλεια (ή στη διαταραγμένη λειτουργία) ενός από τους τύπους των κωνίων,
οδηγώντας στον διχρωματισμό (γνωστός επίσης ως δαλτωνισμός, μια η
κληρονομικότητά της περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Άγγλο φυσικό και χημικό
Dalton). Η απώλεια δύο τύπων κωνίων, που οδηγεί στη μονοχρωματική
(«ασπρόμαυρη») όραση ονομάζεται αχρωματοψία και είναι πολύ σπάνια.
Αν και η αντίληψη των
διαφόρων χρωμάτων διαφέρει μεταξύ των «πασχόντων», έχουν γίνει προσπάθειες
εξομοίωσης της έγχρωμης όρασής τους. Η σοβαρότητα των συγγενών διαταραχών,
πάντως, δεν μεταβάλλεται με την ηλικία, ενώ δεν επηρεάζεται η οπτική οξύτητα ή
άλλες λειτουργίες της όρασης των ασθενών. Η συνηθέστερη ανεπάρκεια στην
αντίληψη των χρωμάτων (το 99% περίπου των περιστατικών) προκαλεί προβλήματα στη
διάκριση των διαφορών μεταξύ κόκκινων και πράσινων χρωμάτων,
συμπεριλαμβανομένων των κίτρινων και των πορτοκαλί.
Έχουν εδώ και αρκετά χρόνια ξεκινήσει
προσπάθειες για τη δημιουργία ειδικών γυαλιών με φίλτρα που θα προσφέρουν
τη δυνατότητα σε ανθρώπους με δυσχρωματοψία να αντιληφθούν καλύτερα τα χρώματα.
Η εταιρεία EnChroma πρόσφατα κατασκεύασε φίλτρα με
πολλαπλές «εγκοπές» στην απορροφητικότητά τους στο ορατό φάσμα, ενισχύοντας την
αντίληψη των χρωμάτων στη φασματική περιοχή που επικαλύπτονται οι φωτοχρωστικές
των κόκκινων και πράσινων κωνίων και βελτιώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον
διαχωρισμό τους από ανθρώπους με δυσχρωματοψία εξασφαλίζοντας βελτιωμένη
χρωματική όραση. Να αναφερθεί ότι αυτά τα γυαλιά δεν αποτελούν θεραπεία για την
δυσχρωματοψία, αλλά έναν τρόπο υποβοήθησης της έγχρωμης όρασής τους. Επίσης,
δεν είναι γνωστό πως τα ίδια φίλτρα μπορούν να βοηθήσουν όλους τους ασθενείς
που παρουσιάζουν διαφορετικές αλλοιώσεις στην αντίληψη των χρωμάτων. Πάντως μέσα στους στόχους είναι η
κατασκευή φακών επαφής που θα αντιμετωπίζουν εξίσου αποτελεσματικά το πρόβλημα
της αχρωματοψίας.
Η ύπαρξη των διαταραχών
συνήθως ελέγχεται με τη χρήση πινάκων (Ishihara plates), με
τη "διάγνωση" να βασίζεται σε 24 συνολικούς πίνακες. Στους παρακάτω ενδεικτικούς
πίνακες θα πρέπει να δείτε τους αριθμούς: 74, 6, 12, 42, 2.