Μια πρόσφατη "παρατήρηση" ενός κριτή από ένα επιστημονικό περιοδικό που αφορούσε τnν εσφαλμένη (!), σύμφωνα με τον ίδιο, χρήση της λέξης "hypermetropia" (υπερμετρωπία) σε μια δημοσίευση του Ινστιτούτου Οπτικής και Όρασης και ότι θα έπρεπε να αντικατασταθεί από τον όρο «hyperopia» μας προκάλεσε να επανεξετάσουμε τη βιβλιογραφία του θέματος για να δούμε αν αυτή η κριτική ήταν δικαιολογημένη. H ανασκόπηση ήταν ενδιαφέρουσα.
Ο όρος "μυωπία" έχει αναγνωριστεί με σαφήνεια από την κλασική εποχή. Αρχικά ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.), δίνει μια συνοπτική περιγραφή της τάσης του μύωπα να κλείσει εν μέρει τα βλέφαρά του ώστε να σχηματιστεί μία "στενοπική" σχισμή, προκειμένου να βελτιωθεί η όρασή του για τα μακρινά αντικείμενα: ο όρος μυωπία (μύω να κλείσω ωψ, ο οφθαλμός) προφανώς δόθηκε από το Galen (Γαληνό) περίπου το 130 - 210 μ.Χ. Ωστόσο, μια σωστή κατανόηση τoυ όρου "υπερμετρωπία" (υπέρ, μεγαλύτερος + μέτρο ο κανόνας + ωψ ο οφθαλμός) έπρεπε να αναμένει το έργο του Ολλανδού Donders.
Όπως ο Donders συζητά σε ιστορική αναδρομή του θέματος, μεγάλο μέρος του "προβλήματος" οφείλεται σε σύγχυση μεταξύ των επιπτώσεων της πρεσβυωπίας και της υπερμετρωπίας στην κοντινή όραση (κάτι που παρατηρείται ακόμα και σήμερα!). Δεδομένου ότι και οι δύο "παθήσεις" μπορούν να διορθωθούν με συγκλίνοντες φακούς, συνήθως ομαδοποιούνται και περιγράφονται από όρους όπως "far-sight", "long-sight", "hyperpresbyopia" ή "over-sightedness". Ο Donders ανοιχτά αναγνώρισε ότι αρκετοί προηγούμενοι συγγραφείς είχαν προσπαθήσει να διαχωρίσουν την υπερμετρωπία από την πρεσβυωπία, αλλά τόνισε ότι οι ιδέες τους είχαν αποτύχει να κερδίσουν ευρεία αναγνώριση και αποδοχή. Σημειώστε ότι ο Donders όρισε τις διαθλαστικές ανωμαλίες του ματιού, σχετίζοντας τη θέση του δεύτερου εστιακού σημείο του οφθαλμού σε σχέση με τον αμφιβληστροειδή. Το εστιακό μήκος του ματιού είναι σχετικά πολύ μικρό στη μυωπία και πολύ μεγάλο στην υπερμετρωπία. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα σχήματα των "διαφορετικών" ματιών που σχεδίασε ο Donders δείχνουν το αξονικό μήκος του μυωπικού οφθαλμού ως σχετικά πολύ μεγάλο και εκείνη του υπερμετρωπικού οφθαλμού ως σχετικά πολύ μικρό. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι έκανε εκτενή αναφορά στην (εύστοχη) παρατήρηση ότι οι εμμετρωπικοί οφθαλμοί είναι πιθανόν να ποικίλουν σημαντικά στη γεωμετρία τους.
Στην πραγματικότητα, κατά τα επόμενα έτη δεν υπήρξε ομοφωνία ως προς το ποιoς όρος είναι προτιμότερος. Τα παραπάνω διαγράμματα παρουσιάζουν τη χρήση τριών όρων για την περιγραφή του διαθλαστικού σφάλματος (myopia, hypermetropia, hyperopia) όπως αναλύονται από το Google Ngram στην αγγλική λογοτεχνία (πάνω διάγγραμα: british english, κάτω διάγραμμα: american english). Είναι εμφανές ότι η χρήση του όρου της "hyperopia", αν και ετυμολογικά λανθασμένη, κυριαρχεί σήμερα στα American English, ενώ στα κείμενα British Εnglish η αναλογία είναι περίπου 50-50%.
Περισσότερες πληροφορίες στο guest editorial, που δημοσιεύθηκε στο πρώτο τεύχος του 2015 στο Ophthalmic and Physiological Optics.