24 Αυγούστου 2012

Έγχρωμοι Φακοί Επαφής: ένα «αξεσουάρ» που κρύβει κινδύνους


Αναδημοσιεύω από το http://www.opticalhouse.gr/blog/
Οι έγχρωμοι (κοσμητικοί) φακοί επαφής (ΦΕ) αποτελούν την ιδανική λύση σε περιπτώσεις ανιριδίας, αλφισμού ή ετεροχρωμίας, όπου προσφέρουν και «θεραπευτική» χρήση. Ωστόσο, η διάθεσή τους για “δια-κοσμητική χρήση” είναι εντυπωσιακά δημοφιλής σε υγιείς οφθαλμούς, για την προσωρινή αλλαγή στο φυσικό χρώμα των ματιών.
Την τελευταία δεκαετία, η χρήση των έγχρωμων (ΦΕ) παρουσίασε μία αυξανόμενη τάση, ιδιαίτερα στη νεότερη γενιά. Οι κατασκευαστές, με συνεχή διαφήμιση και προώθηση, προσέλκυσαν τους νέους στην αγορά των κοσμητικών ΦΕ παρέχοντας εντυπωσιακά σχέδια, έντονους χρωματισμούς, ακόμα και λογότυπα ή φράσεις. Η εύκολη απόκτησή τους, ιδιαίτερα σε χώρες εκτός Ελλάδας, από κάθε είδους πωλητές (π.χ. internet, φαρμακεία, καταστήματα super-market και καλλυντικών), οι οποίοι δεν παρέχουν τις απαραίτητες συμβουλές για τη σωστή χρήση και συντήρησή τους, οδήγησε δυστυχώς σε αυξημένα κρούσματα οφθαλμικών επιπλοκών.
Πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι η ανάπτυξη παθογόνων μικροοργανισμών, όπως η ακανθαμοιβάδα, η ψευδομονάδα και ο σταφυλόκοκκος, εμφανίζονται συχνότερα σε άτομα που κάνουν περιστασιακή χρήση ΦΕ και προμηθεύονται φακούς και υγρά καθαρισμού από το internet. Επιλέον αναφέρουν συχνά περιστατικά με συμπτώματα υποξίας κερατοειδούς, τραυματισμούς, μειωμένη ροή δακρύων, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε έντονο πόνο, φωτοφοβία, σοβαρή μικροβιακή κερατίτιδα και μειωμένη όραση. Όλα τα παραπάνω σχετίζονται άμεσα με την κακή χρήση των ΦΕ, καθώς οι χρήστες δε δίνουν έμφαση σε βασικούς κανόνες υγιεινής (πλύσιμο χεριών με σαπούνι, καθαριότητα θήκης, χρήση ειδικών υγρών καθαρισμού και όχι νερού, χρήση του ίδιου φακού για περισσότερες από τις προτεινόμενες μέρες).

Παρόλο που οι κίνδυνοι μολύνσεων από κακή χρήση είναι ίδιοι τόσο για τους έγχρωμους, όσο και για τους διάφανους ΦΕ που χρησιμοποιούνται για τη διόρθωση διαθλαστικών σφαλμάτων, τα άτομα που αγοράζουν ΦΕ από μή πιστοποιημένους προμηθευτές, στερούνται σωστής πληροφόρησης και εκπαίδευσης για ασφαλή χρήση. Επίσης τείνουν να επισκέπτονται σπανιότερα τον εφαρμοστή τους και δυστυχώς, αφότου έχουν ήδη εμφανίσει δυσάρεστα συμπτώματα και ενοχλήσεις. Η αναζήτηση συμβουλών-οδηγιών χρήσης και συντήρησης από το  διαδίκτυο, ή από φίλους και γνωστούς που ήδη φορούν ΦΕ, τις περισσότερες φορές οδηγεί σε ημιμάθεια και σε λανθασμένους χειρισμούς, με αποτέλεσμα την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης επιπλοκών.
Καθώς οι έγχρωμοι ΦΕ αποτελούν ένα προϊόν που έρχεται σε άμεση επαφή με τα μάτια, δε θα πρέπει να αντιμετωπίζονται απερίσκεπτα ως ένα ακίνδυνο “αξεσουάρ”. Ακόμα και η προσωρινή–περιστασιακή τους χρήση, απαιτεί τον απαραίτητο έλεγχο και την σωστή επιλογή του κατάλληλου προϊόντος, από εξειδικευμένους εφαρμοστές ΠΡΙΝ από την αγορά τους έτσι ώστε να διασφαλισθεί η  άριστη οφθαλμική υγεία.
Για τους χρήστες ΦΕ θα πρέπει να δοθεί το ξεκάθαρο μήνυμα ότι η χρήση των ΦΕ δεν απαιτεί απλά τη βιαστική αγορά τους, από οποιονδήποτε τους διαθέτει. Ακόμα και οι κοσμητικοί που διατίθενται χωρίς διόρθωση είναι ιατρικά-φαρμακευτικά προϊόντα, αυστηρά ατομικής χρήσης και πρέπει να παρέχονται από επαγγελματίες που έχουν πλήρη γνώση του αντικειμένου. Η αγορά των ΦΕ από οποιονδήποτε άλλον προμηθευτή, πέραν των επαγγελματιών-εφαρμοστών, αποτελεί σαφή κίνδυνο προς όλους και κυρίως προς τους νεότερους χρήστες. Οι καταρτισμένοι οπτικοί και οπτομέτρες είναι υπεύθυνοι για την πλήρη ενημέρωση, την κατάλληλη εφαρμογή και τη σωστή καθοδήγηση όσον αφορά το χειρισμό των φακών. Επίσης είναι σε θέση να γνωρίζουν και να αντιμετωπίζουν ανεπιθύμητες καταστάσεις που ενδεχομένως εμφανιστούν.
Στόχος των επαγγελματιών του χώρου είναι οι ευχαριστημένοι, υγιείς χρήστες, οι οποίοι θα είναι ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα (αισθητικό, θεραπευτικό ή διορθωτικό). Αυτό επιτυγχάνεται παρέχοντας την ευκαιρία για παρακολούθηση και επανεξέταση, και κατ’ επέκταση προλαμβάνοντας οποιαδήποτε απειλητική για την όραση επιπλοκή.
Μαρία Μητροπούλου MSc2, Ελένη Πουλερέ MSc2, Σωτήρης Πλαΐνης MSc, PhD, FBCLA1,2

1Ινστιτούτο Οπτικής και Όρασης (IVO), Πανεπιστήμιο Κρήτης (www.ivo.gr)
2Optical House, Ηράκλειο-Ρόδος (www.opticalhouse.gr)

6 Αυγούστου 2012

New technologies and diagnostic tools in Optometry


Αντιγράφω από το Editorial του πιο πρόσφατου τεύχους στο Journal of Optometry


According to the European Council of Optometry and Optics (ECOO) Optometry is defined as ‘‘a health care profession that is autonomous educated and regulated (licensed/registered); Optometrists are primary health care practitioners of the eye and visual system who provide comprehensive eye and vision care, which includes refraction and dispensing, detection of disease in the eye, and the rehabilitation of conditions of the visual system’’.


It is evident that the quality of service provided by an optometric practice is a function of Optometrist’s clinical skills and the provision of state-of-the-art instrumentation facilities. The pace of technological and scientific develop- ment is much faster today than it was 50 years ago. In the past, when an innovative idea was proposed by a scientist or clinician it was usually followed by a lengthy period of development before any direct application was attempted. This relatively long transitional period allowed widespread discussion of the idea before any practical application was attempted, so that any outcome could be smoothly integrated into clinical practice. In contrast, today’s academic and commercial pressures frequently force premature publication and exploitation of new ideas, methods and therapeutic interventions. Thus, the optometrist should be equipped with cutting-edge technology to diagnose, evaluate and manage any ocular pathologies or approaches that promise to recover visual performance.


Keratoconus management and presbyopia treatment form the most characteristic examples, with a wide choice of surgical and non-surgical approaches available to help the patient. During the last 10-20 years, we have become witnesses of a multiplicity of new surgical procedures/technologies/materials that have been promoted to cease keratoconus progression or to correct presbyopia by restoring active accommodation. In order to assess the relative efficacy of each procedure and to establish the best treatment pattern among them, it is important to carry out comparative evaluations of visual performance using standardised behavioural tests, such as visual acuity and contrast sensitivity or other more elaborated psychophysical procedures. In addition, various objective computational techniques coupled with imaging of the eye have become a rapidly advancing field in ophthalmology, enhancing both clinical practice and research. They form a complementary way to assess visual performance since they provide a better insight by distinguishing optical changes (e.g. pupil diameter, lens movement, higher-order aberrations) to other neural/behavioural factors which may also influence ‘‘real-world’’ visual experience. Finally, ocular parameters, such as intraocular pressure, can nowadays be monitored by less invasive but precise techniques, which consider the potential influence of corneal biomechanical properties on its measurement.


The wide range of established new technologies for imaging the eye and assessing visual performance can bridge the gap between theoretical/scientific interpretations and patients’ needs, satisfaction and complaints, offering to the eye care practitioner an ongoing search for improved methods of rehabilitation and diagnosis. 



Sotiris Plainis MSc, PhD
University of Crete, Institute of Vision and Optics (IVO), Postal code: 71003, Heraklion, Crete, Greece